poligono
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | poligono | poligonoj |
αιτιατική | poligonon | poligonojn |
poligono (eo)
- το πολύγωνο
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | poligono | poligonoj |
αιτιατική | poligonon | poligonojn |
poligono (eo)