Γαλλικά (fr) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
platane platanes

  Ετυμολογία επεξεργασία

platane < λατινική platanus < πλάτανος

  Προφορά επεξεργασία

 

  Ουσιαστικό επεξεργασία

platane (fr) αρσενικό

Εκφράσεις επεξεργασία

  • rentrer dans un platane (σκωπτικό) πέφτω με το αυτοκίνητο πάνω σ'ένα δέντρο