pixelization
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
pixelization (en) (πληθυντικός pixelizations)
- (πληροφορική, γραφικά υπολογιστή) το αποτέλεσμα της εμφάνισης εικονοστοιχείων (pixels) όταν μία ψηφιακή εικόνα μεγεθύνεται πέρα από τα όρια της ανάλυσης της (resolution)
- (πληροφορική, γραφικά υπολογιστή) η πιξελοποίηση, μία από τις τεχνικές απόκρυψης πληροφορίας σε ψηφιακή εικόνα ή βίντεο
Άλλες γραφές επεξεργασία
Συνώνυμα επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- δεν πρέπει να συγχέεται με το pixilation
- pixelization στην αγγλική Βικιπαίδεια
- Pixelization, εικόνες στα Wikimedia Commons