pis
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
pis | pis |
pis (fr) αρσενικό
Επίρρημα επεξεργασία
pis (fr)
Τοκ πίσιν (tpi) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
pis (tpi)
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
pis | pis |
pis (fr) αρσενικό
pis (fr)
pis (tpi)