Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

perforti < per + fort(o) + -i

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα perforti
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας perfortas perfortanta perfortata
αόριστος perfortis perfortinta perfortita
μέλλοντας perfortos perfortonta perfortota
υποθετική perfortus - -
προστακτική perfortu - -

perforti (eo)