Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

passade < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /pa.sad/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
passade passades

passade (fr) αρσενικό

  1. στην ιπποδρομία, πορεία ενός αλόγου που περνάει ξανά και ξανά από το ίδιο μέρος
  2. σύντομη ερωτική σχέση
  3. περαστική επιθυμία για κάτι