parapsychologique
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
parapsychologique | parapsychologiques |
parapsychologique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
parapsychologique | parapsychologiques |
parapsychologique (fr) αρσενικό ή θηλυκό