pacienca
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | pacienca | paciencaj |
αιτιατική | paciencan | paciencajn |
pacienca (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | pacienca | paciencaj |
αιτιατική | paciencan | paciencajn |
pacienca (eo)