Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ozio
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Ιταλικά (it)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
Ιταλικά
(it)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ozio
<
λατινική
otium
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ozio
(it)
να μην κάνω
τίποτα
, από
επιλογή
ή
ανάγκη
Συνώνυμα
επεξεργασία
ozioso