Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ondemètre < onde + -mètre

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
ondemètre ondemètres

ondemètre (fr) αρσενικό