omleto
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- omleto < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | omleto | omletoj |
αιτιατική | omleton | omletojn |
omleto (eo)
- ο ομελέτα
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | omleto | omletoj |
αιτιατική | omleton | omletojn |
omleto (eo)