Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

odori < odor- + -i

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα odori
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας odoras odoranta odorata
αόριστος odoris odorinta odorita
μέλλοντας odoros odoronta odorota
υποθετική odorus - -
προστακτική odoru - -

odori (eo)



Ίντο (io) επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

odori (io)