neĝhomo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ned͡ʒˈho.mo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : neĝ‐ho‐mo
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | neĝhomo | neĝhomoj |
αιτιατική | neĝhomon | neĝhomojn |
neĝhomo (eo)