Γαλλικά (fr) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
nénufar nénufars

  Ουσιαστικό επεξεργασία

nénufar (fr) αρσενικό

  • (ορθογραφία του 1990) → δείτε τη λέξη nénuphar