motivos
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
motivos (eo)
- μέλλοντας του ρήματος motivi
Ισπανικά (es) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία
motivos (es) πληθυντικός : motivos
motivos (eo)
motivos (es) πληθυντικός : motivos