mondo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | mondo | mondoj |
αιτιατική | mondon | mondojn |
mondo (eo)
Ιταλικά (it) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
mondo (it)