Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

mechanics (en)

  1. (φυσική) η μηχανική
  2. ο σχεδιασμός και η κατασκευή μηχανών
  3. (στο γράψιμο) η ορθογραφία και η στίξη

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

mechanics (en)