majeur
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
majeur | majeurs |
majeur (fr) αρσενικό
Δείτε επίσης επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
majeur | majeurs |
majeur (fr)
ενικός | πληθυντικός |
majeur | majeurs |
majeur (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
majeur | majeurs |
majeur (fr)