Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Επίθετο επεξεργασία

lossy (en)

Συνώνυμα επεξεργασία

Αντώνυμα επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. «απωλειακός», «με απώλειες» από αναζήτηση «lossy» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.