Λατινικά (la) επεξεργασία

 
lilium

  Ετυμολογία επεξεργασία

lilium < λείπει η ετυμολογία. → δείτε και το αρχαίο λείριον, παράλληλο μεσογειακό δάνειο.

  Ουσιαστικό επεξεργασία

lilium ουδέτερο

  1. κρίνο
  2. λείριον

Κλίση επεξεργασία

αριθμός ενικός πληθυντικός
ονομαστική lilium lilia
γενική liliī & lili liliōrum
δοτική liliō liliīs
αιτιατική lilium lilia
κλητική lilium lilia
αφαιρετική liliō liliīs
(β' κλίση)

  Πηγές επεξεργασία