Τουρκικά (tr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

leylek < (κληρονομημένο) οθωμανική τουρκική لیلك (leylek), προφορικός τύπος του لكلك‎ (leklek) [1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /lɛjˈlɛc/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

leylek (tr)

Κλίση επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Δείτε και لكلك στο αγγλικό Βικιλεξικό