Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

leave alone < → δείτε τις λέξεις leave και alone

  Έκφραση επεξεργασία

leave alone (en) (ιδιωματισμός)

  1. αφήνω ήσυχο, σταματώ να ενοχλώ (δημιουργώ πρόβλημα) σε κάποιον
    Leave me alone!
    Άσε με ήσυχο!
    Leave the child/the dog alone.
    Άφησε ήσυχο το παιδί/το σκυλί.
  2. δεν αγγίζω, σταματώ να αγγίζω, να αλλάζω ή να μετακινώ κάτι
    Leave my watch alone!
    Μην αγγίζεις το ρολόι μου!

  Πηγές επεξεργασία