lâche
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- lâche < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
lâche | lâches |
lâche (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Δείτε επίσης : lâché |
ενικός | πληθυντικός |
lâche | lâches |
lâche (fr) αρσενικό ή θηλυκό