Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
kuniĝi
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Εσπεράντο
(eo)
επεξεργασία
Ρήμα
επεξεργασία
ρήμα
kuniĝi
χρόνος
μορφή
ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας
kuniĝas
kuniĝanta
kuniĝata
αόριστος
kuniĝis
kuniĝinta
kuniĝita
μέλλοντας
kuniĝos
kuniĝonta
kuniĝota
υποθετική
kuniĝus
-
-
προστακτική
kuniĝu
-
-
kuniĝi
(eo)
ζευγαρώνομαι