Τουρκικά (tr) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

komşu (tr)

Çocukken Yunan komşularım vardı. - Όταν ήμουν παιδί, είχα Έλληνες γείτονες.

Κλίση επεξεργασία