kaverno
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- kaverno < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kaverno | kavernoj |
αιτιατική | kavernon | kavernojn |
kaverno (eo)
- το σπήλαιο
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kaverno | kavernoj |
αιτιατική | kavernon | kavernojn |
kaverno (eo)