Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

kaŭterizi < λείπει η ετυμολογία

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα kaŭterizi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας kaŭterizas kaŭterizanta kaŭterizata
αόριστος kaŭterizis kaŭterizinta kaŭterizita
μέλλοντας kaŭterizos kaŭterizonta kaŭterizota
υποθετική kaŭterizus - -
προστακτική kaŭterizu - -

kaŭterizi (eo)