kąt
Πολωνικά (pl) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
kąt (pl) αρσενικό
- γωνία
- (μαθηματικά), (κοινά) η περιοχή μεταξύ δύο ευθειών (ή δύο επιφανειών) που τέμνονται
- (μεταφορικά) ο τρόπος που βλέπουμε τα πράγματα
- (μεταφορικά) γωνιά (το μέρος, το σπίτι)