justice
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
justice (en)
- (μη μετρήσιμο) η δικαιοσύνη, η δίκαιη μεταχείριση των ανθρώπων
- ↪ Justice always comes sooner or later.
- Η δικαιοσύνη πάντα έρχεται αργά ή γρήγορα.
- ↪ Justice always comes sooner or later.
Πηγές επεξεργασία
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
justice (fr)