Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ɪnˈtɛndɪd/
 

  Επίθετο επεξεργασία

intended (en) (χωρίς παραθετικά)

  1. επιδιωκόμενος
    the intended result - το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα
  2. που προορίζεται
    This dictionary is intended for Greek speakers who are learning English.
    Αυτό το λεξικό προορίζεται για τους Έλληνες που μαθαίνουν αγγλικά.

Αντώνυμα επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

intended (en)

  Πηγές επεξεργασία