instituto
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | instituto | institutoj |
αιτιατική | instituton | institutojn |
instituto (eo)
- το ινστιτούτο
- pedagogia instituto - παιδαγωγικό ινστιτούτο