insekto
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | insekto | insektoj |
αιτιατική | insekton | insektojn |
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
insekto (eo)
Ίντο (io) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
insekto (io)