injectable
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ɛ̃.ʒɛk.tabl/
Ετυμολογία επεξεργασία
- injectable < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
injectable | injectables |
injectable (fr) αρσενικό ή θηλυκό