Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

incidente (fr) θηλυκό

  1. (γραμματική) παρενθετική πρόταση


Ιταλικά (it) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
incidente incidenti

incidente (it)

  1. ατύχημα