inaŭguro
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | inaŭguro | inaŭguroj |
αιτιατική | inaŭguron | inaŭgurojn |
inaŭguro (eo)
- τα εγκαίνια
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | inaŭguro | inaŭguroj |
αιτιατική | inaŭguron | inaŭgurojn |
inaŭguro (eo)