Γαλλικά (fr) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
hypoténuse hypoténuses

  Ετυμολογία επεξεργασία

hypoténuse < λατινική hypotenusa < αρχαία ελληνική ὑποτείνουσα

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /i.pɔ.te.nyz/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

hypoténuse (fr) θηλυκό

Δείτε επίσης επεξεργασία