hypocoristique
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /i.pɔ.kɔ.ʁis.tik/
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
hypocoristique | hypocoristiques |
hypocoristique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
hypocoristique | hypocoristiques |
hypocoristique (fr) αρσενικό