Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ɔ.me.ɔ.pa.ti/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
homéopathie homéopathies

homéopathie (fr) θηλυκό