Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

/ˈhɪlfɔːt/

  Ετυμολογία en επεξεργασία

hillfort < hill + fort

  Ουσιαστικό επεξεργασία

hillfort (en)

  • προϊστορικός οχυρωμένος οικισμός σε λόφο

Κλίση επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
hillfort hillforts

Άλλες μορφές επεξεργασία