harpagon
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- harpagon < από το έργο του Μολιέρου: « ο Φιλάργυρος» (L'Avare)
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
harpagon | harpagons |
harpagon (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
harpagon | harpagons |
harpagon (fr) αρσενικό