halieutique
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
halieutique | halieutiques |
halieutique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
halieutique | halieutiques |
halieutique (fr) θηλυκό