halë
Αλβανικά (sq) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- halë < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *h₂élsnos (σημύδα)
- halë < πρωτοαλβανική *skalā < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *skelo
- halë < τουρκική halâ < οθωμανικά τουρκικά خلا < αραβική خلاء (xalā')
Ουσιαστικό επεξεργασία
halë (sq) θηλυκό