hairpin bend
Αγγλικά (en) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
hairpin bend | hairpin bends |
Ετυμολογία επεξεργασία
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
hairpin bend (en)
- (βρετανικά αγγλικά) το ανεβοκατέβασμα, στροφή 180 μοιρών σε δρόμο που ανεβαίνει σε απότομο λόφο
- ↪ The road has a lot of turns and hairpin bends.
- Εχει πολλές στροφές ο δρόμος και ανεβοκατεβάσματα.
- ≈ συνώνυμα: hairpin και switchback
- ↪ The road has a lot of turns and hairpin bends.