Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
hο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Ιταλικά
(it)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
hο
(it)
α΄
πρόσωπο
ενικού
οριστικής
ενεστώτα
του
avere
↪
io
ho
il suo numero di cellulare
→
λείπει η μετάφραση