Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

 

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
grenier greniers

grenier (fr) αρσενικό

Συγγενικά επεξεργασία

  • → δείτε τη λέξη grain