Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

gradient (en)

  1. κλίση
  2. (μαθηματικά) το ανάδελτα μίας συνάρτησης πολλών μεταβλητών
    • δυναμική διαφορά πεδίου
    • δυναμική διαβάθμιση μεταβλητής
  3. βαθμιαία μεταβολή σε χρώμα

  Επίθετο επεξεργασία

gradient (en)

  1. διαβαθμισμένος
  2. (βιολογία) βαδιστικός

Δείτε επίσης επεξεργασία

  • gradient στην αγγλική Βικιπαίδεια