Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
giddy
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Επίθετο
επεξεργασία
giddy
(en)
ζαλισμένος
αυτός που έχει
ζαλάδα
ή νιώθει ότι θα πέσει κάτω
που προκαλεί
ζαλάδα
ή
ίλιγγο
που έχει χαζέψει από τη χαρά του