Γαλλικά (fr) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
flammèche flammèches

  Ουσιαστικό επεξεργασία

flammèche (fr) θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία

  • → δείτε τη λέξη flamme