farbisto
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- farbisto < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | farbisto | farbistoj |
αιτιατική | farbiston | farbistojn |
farbisto (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | farbisto | farbistoj |
αιτιατική | farbiston | farbistojn |
farbisto (eo)