Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

estonteco < est.ont + -ec- + -o

  Ουσιαστικό επεξεργασία

estonteco (eo)

neniu ne scias sian estontecon, κανείς δεν γνωρίζει το μέλλον του